Ο Όσιος Λουκάς ο Στειριώτης (10ος αιώνας) ο δοκιμότατος στην πρακτική αλλά και στη θεωρητική ζωή, πέρασε κάποτε τη μεγάλη Τεσσαρακοστή ασκούμενος μαζί με το φίλο του μοναχό Γρηγόριο.
Ο μοναχός αυτός υπέφερε πολύ από δυνατούς στομαχικούς πόνους. Παρακαλούσε λοιπόν φορτικά τον Όσιο να τον γιατρέψει, γιατί γνώριζε την πολλή του παρρησία στο Θεό.
-Μου ζητάς πράγματα ανώτερα απ’ τη δύναμη μου, απαντούσε ο Όσιος.
Ο φίλος του όμως συνέχιζε να τον ενοχλεί.
-Ταπεινέ Γρηγόριε, είπε ένα πρωί ο Όσιος, αυτή τη νύχτα οι δαίμονες με ξεγέλασαν.
-Τι ακριβώς συνέβη; Ρώτησε με έκδηλο ενδιαφέρον ο Γρηγόριος, πιστεύοντας πως ο Όσιος θα είδε κάποια οπτασία θεϊκή κι όχι δαιμονική.
-Μου φάνηκε λοιπόν πως είδα έναν άνδρα φοβερό, λαμπρό και χρυσοστόλιστο, να κάθεται δίπλα μου, ενώ εσύ στεκόσουν παράμερα και μας κοιτούσες.
Γυρίζω αμέσως και του λέω:
«Τι έχει αυτός εδώ και με ενοχλεί; Λυπήσου τον, σε παρακαλώ, κι απάλλαξε κι εμένα απ’ αυτήν την ενόχληση».
Εκείνος όμως μου απαντάει: «Άφησε τον, γιατί θέλει να γίνει μοναχός».
-Μοναχός είναι, του λέω και του δείχνω το σχήμα σου.
-Δεν εννοώ στο σχήμα, αλλά στην πνευματική τελειότητα. Γιατί ο αληθινός μοναχός δεν διακρίνεται από τα ενδύματα, αλλά από την προκοπή του στην αρετή.
Σύμφωνα λοιπόν με τα λόγια του Αγγέλου η σωματική ασθένεια γυμνάζει την ψυχή στην αρετή και την οδηγεί προς την τελειότητα.
Ύστερα από το περιστατικό αυτό, ο Γρηγόριος δεν ξαναζήτησε θεραπεία, αλλά όταν είχε στομαχικές κρίσεις έψαλλε τον 39ο ψαλμό: «Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι και εισήκουσε της δεήσεώς μου…».
Ο Όσιος Λουκάς, ωστόσο δεν λησμόνησε το φίλο του. Μια νύχτα παρουσιάστηκε στον ύπνο του σαν γιατρός, καμώθηκε πως του καυτηριάζει το στομάχι και του είπε:
-Έγινες καλά, ταπεινέ Γρηγόριε. Άλλη φορά δεν θα σε πονέσει το στομάχι σου από τα φαγητά.
Έτσι ο μοναχός θεραπεύθηκε με τη δύναμη του θαυματουργού Οσίου.
Ο μοναχός αυτός υπέφερε πολύ από δυνατούς στομαχικούς πόνους. Παρακαλούσε λοιπόν φορτικά τον Όσιο να τον γιατρέψει, γιατί γνώριζε την πολλή του παρρησία στο Θεό.
-Μου ζητάς πράγματα ανώτερα απ’ τη δύναμη μου, απαντούσε ο Όσιος.Ο φίλος του όμως συνέχιζε να τον ενοχλεί.
-Ταπεινέ Γρηγόριε, είπε ένα πρωί ο Όσιος, αυτή τη νύχτα οι δαίμονες με ξεγέλασαν.
-Τι ακριβώς συνέβη; Ρώτησε με έκδηλο ενδιαφέρον ο Γρηγόριος, πιστεύοντας πως ο Όσιος θα είδε κάποια οπτασία θεϊκή κι όχι δαιμονική.
-Μου φάνηκε λοιπόν πως είδα έναν άνδρα φοβερό, λαμπρό και χρυσοστόλιστο, να κάθεται δίπλα μου, ενώ εσύ στεκόσουν παράμερα και μας κοιτούσες.
Γυρίζω αμέσως και του λέω:
«Τι έχει αυτός εδώ και με ενοχλεί; Λυπήσου τον, σε παρακαλώ, κι απάλλαξε κι εμένα απ’ αυτήν την ενόχληση».
Εκείνος όμως μου απαντάει: «Άφησε τον, γιατί θέλει να γίνει μοναχός».
-Μοναχός είναι, του λέω και του δείχνω το σχήμα σου.
-Δεν εννοώ στο σχήμα, αλλά στην πνευματική τελειότητα. Γιατί ο αληθινός μοναχός δεν διακρίνεται από τα ενδύματα, αλλά από την προκοπή του στην αρετή.
Σύμφωνα λοιπόν με τα λόγια του Αγγέλου η σωματική ασθένεια γυμνάζει την ψυχή στην αρετή και την οδηγεί προς την τελειότητα.
Ύστερα από το περιστατικό αυτό, ο Γρηγόριος δεν ξαναζήτησε θεραπεία, αλλά όταν είχε στομαχικές κρίσεις έψαλλε τον 39ο ψαλμό: «Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον, και προσέσχε μοι και εισήκουσε της δεήσεώς μου…».
Ο Όσιος Λουκάς, ωστόσο δεν λησμόνησε το φίλο του. Μια νύχτα παρουσιάστηκε στον ύπνο του σαν γιατρός, καμώθηκε πως του καυτηριάζει το στομάχι και του είπε:
-Έγινες καλά, ταπεινέ Γρηγόριε. Άλλη φορά δεν θα σε πονέσει το στομάχι σου από τα φαγητά.
Έτσι ο μοναχός θεραπεύθηκε με τη δύναμη του θαυματουργού Οσίου.
