Κάποιος σοφός Άραβας πριν πεθάνει είχε συντάξει τη διαθήκη του κι ανάμεσα στ’ άλλα είχε γράψει: «Έκλεισα όλη μου την περιουσία στο μεγάλο χρηματοκιβώτιο του γραφείου μου. Όσα περιέχει, τα παραχωρώ στον πιο ευτυχισμένο της γης». Μετά το θάνατό του δέκα χιλιάδες άνθρωποι τρέξανε στον δικαστή να το βεβαιώσουν πως ήταν οι πιο ευτυχισμένοι της γης και πως έχουν δικαίωμα στο θησαυρό. Δεν έλειψαν οι φιλονικίες και οι φωνές. Ο δικαστής για να προλάβει κάτι χειρότερο έσπευσε να δηλώσει πως αυτός ήταν ο πιο ευτυχισμένος απ’ όλους κι ο θησαυρός του ανήκε. Τρέχει με λαχτάρα, ανοίγει το χρηματοκιβώτιο και τι να δει; Αντί για θησαυρό μερικά χαλίκια τυλιγμένα σ’ ένα σημείωμα που έγραφε: «Αν ήσουν πραγματικά ο πιο ευτυχισμένος άνθρωπος της γης, δε θα είχες ανάγκη από τα χρήματά μου».
Αρρώστια η φιλαργυρία. Πάθος που αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο και τον ρίχνει στα δεσμά των πιο φρικτών παθών. Για να διαπιστώσει ο καθένας μας το μέγεθος του κακού που μας οδηγεί η φιλαργυρία θα σας αναφέρουμε δυο μικρές ιστορίες.
Τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ, που ψάλλετε στους ναούς ο όρθρος της Μεγάλης Παρασκευής, ακούμε από τους ψάλτες μας: «Σήμερα ο Ιούδας εγκαταλείπει τον Διδάσκαλο και λαμβάνει ως φίλο και οδηγό του το διάβολο. Τυφλώνεται από το πάθος της φιλαργυρίας και χάνει ο σκοτεινός αυτός άνθρωπος το Φως (τον Χριστό)». Ο Ιούδας λοιπόν λάτρευε τα χρήματα. Δεν τα επιθυμούσε ή απλά τα αγαπούσε. Ένα πάθος που έγινε λύσσα ( απόστιχα Μεγάλης Πέμπτης). Οδηγείται σε σκοτείνιασμα του μυαλού του. Σε ώρα σκοταδιού γίνεται η σύλληψη του Χριστού και το φίλημα της προδοσίας. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: Αντί να ακολουθήσει την οδό της μετανοίας ακολουθεί το δρόμο της απελπισίας και της αυτοκτονίας. Προσκολλάται στον ένα από τους δύο κυρίους.
Ότι μπορεί να συμβεί και με τον καθένα μας. Όμως δεν μπορείς να δουλεύεις σε δύο κυρίους. Ο καθένας μας ας τοποθετηθεί υπεύθυνα.
Αρρώστια η φιλαργυρία. Πάθος που αιχμαλωτίζει τον άνθρωπο και τον ρίχνει στα δεσμά των πιο φρικτών παθών. Για να διαπιστώσει ο καθένας μας το μέγεθος του κακού που μας οδηγεί η φιλαργυρία θα σας αναφέρουμε δυο μικρές ιστορίες.
- Σ’ ένα πλοίο μεταξύ των ταξιδιωτών βρίσκονταν και δύο φιλάργυροι.
- Η δεύτερη ιστορία είναι μια τέχνη που χρησιμοποιούν οι Αφρικανοί.
Τη Μεγάλη Πέμπτη το βράδυ, που ψάλλετε στους ναούς ο όρθρος της Μεγάλης Παρασκευής, ακούμε από τους ψάλτες μας: «Σήμερα ο Ιούδας εγκαταλείπει τον Διδάσκαλο και λαμβάνει ως φίλο και οδηγό του το διάβολο. Τυφλώνεται από το πάθος της φιλαργυρίας και χάνει ο σκοτεινός αυτός άνθρωπος το Φως (τον Χριστό)». Ο Ιούδας λοιπόν λάτρευε τα χρήματα. Δεν τα επιθυμούσε ή απλά τα αγαπούσε. Ένα πάθος που έγινε λύσσα ( απόστιχα Μεγάλης Πέμπτης). Οδηγείται σε σκοτείνιασμα του μυαλού του. Σε ώρα σκοταδιού γίνεται η σύλληψη του Χριστού και το φίλημα της προδοσίας. Το αποτέλεσμα είναι γνωστό: Αντί να ακολουθήσει την οδό της μετανοίας ακολουθεί το δρόμο της απελπισίας και της αυτοκτονίας. Προσκολλάται στον ένα από τους δύο κυρίους.
Ότι μπορεί να συμβεί και με τον καθένα μας. Όμως δεν μπορείς να δουλεύεις σε δύο κυρίους. Ο καθένας μας ας τοποθετηθεί υπεύθυνα.

