Κεφάλαιο γ´. Περί της του Λόγου Σαρκώσεως
και κατά τίνα τρόπον δι᾿ υμάς εσαρκώθη.
Γιά να προσεγγίσουμε την σάρκωση του Λόγου και την απόρρητη γέννησή του από την αειπάρθενο Μαρία και να κατανοήσουμε καλά το μυστήριο της οικονομίας για την σωτηρία του γένους μας το κρυμμένο προ των αιώνων (Εφεσίους 3:9), θα μας βοηθήσει η εξής γνωστή εικόνα:
Κατά την δημιουργία της προμήτορος Εύας ο Θεός πήρε την έμψυχη πλευρά του Αδάμ και την ολοκλήρωσε σε γυναίκα, γι᾿ αυτό δεν εμφύσησε σ᾿ αυτήν πνοή ζωής καθώς και στον Αδάμ, αλλά το μέρος που έλαβε από την σάρκα του το τελειοποίησε σε ολόκληρο σώμα γυναικός, την δε απαρχή του πνεύματος που έλαβε μαζί με την έμψυχη σάρκα την τελειοποίησε σε ψυχή ζωντανή δημιουργώντας με τα δυό μαζί έναν άλλον άνθρωπο. Κατά τον ίδιο ακριβώς τρόπο ο πλαστουργός και κτίστης Θεός πήρε από την Αγία Μαρία έμψυχη σάρκα σαν ζύμη και μικρή απαρχή από το φύραμα της φύσεώς μας - δηλαδή από την ψυχή και το σώμα μαζί - και την ένωσε με την δική του ακατάληπτη και απρόσιτη Θεότητα. Η μάλλον ένωσε πραγματικά όλη την υπόσταση της Θεότητός του με την δική μας φύση, την έσμιξε άμικτα μ᾿ αυτή και την έκανε άγιο ναό του. Έτσι ο ποιητής του Αδάμ έγινε ατρέπτως και αναλλοιώτως τέλειος άνθρωπος.
Όπως ακριβώς λοιπόν από την πλευρά του Αδάμ έπλασε την γυναίκα, έτσι, αφού δανείστηκε την σάρκα από την θυγατέρα του Αδάμ την αειπάρθενο και Θεοτόκο Μαρία και την έλαβε χωρίς σπορά, γεννήθηκε κατά τον ίδιο τρόπο με τον πρωτόπλαστο. Ώστε όπως ακριβώς ο Αδάμ με την παράβαση έγινε η αρχή της γεννήσεώς μας στην φθορά και στον θάνατο, έτσι και ο Χριστός και Θεός μας με την εκπλήρωση κάθε δικαιοσύνης έγινε η απαρχή της αναγεννήσεώς μας στην αφθαρσία και την αθανασία. Αυτό εννοεί ο θείος Παύλος όταν λέει: «Ο πρώτος άνθρωπος πλάστηκε από τη γη χοικός. Ο δεύτερος άνθρωπος, δηλαδή ο Κύριος, είναι επουράνιος. Ο,τι λογής ήταν ο χοικός τέτοιοι είναι και όλοι οι χοικοί και ο,τι λογής είναι ο επουράνιος τέτοιοι είναι και όλοι όσοι γίνονται επουράνιοι δι᾿ αυτού.» (Α´ Κορ. ιε´ 47-48). Καί πάλι: «Η απαρχή είναι ο Χριστός, έπειτα όσοι είναι του Χριστού.» (Α´ Κορ. ιε´ 23).
Επειδή λοιπόν ο Χριστός έγινε τέλειος άνθρωπος κατά την ψυχή και το σώμα, όμοιος με μας σε όλα εκτός από την αμαρτία, μας μεταδίδει την Θεότητά του λόγω της πίστης μας σ᾿ αυτόν και μας καθιστά συγγενείς του κατά την φύση και την ουσία της Θεότητάς του. Πρόσεξε το νέο και παράδοξο μυστήριο: Ο Θεός Λόγος έλαβε από μας σάρκα, που δεν είχε εκ φύσεως και έγινε άνθρωπος, που δεν ήταν. Από τότε μεταδίδει στους πιστούς την Θεότητά του - την οποία κανείς από τους αγγέλους η τους ανθρώπους δεν είχε αποκτήσει - και μ᾿ αυτόν τον τρόπο γίνονται θεοί κατά χάρη και θέση, που δεν ήταν. Έτσι χαρίζει σ᾿ αυτούς την εξουσία να γίνονται τέκνα Θεού (κατά Ιωάννην 1:12) γι᾿ αυτό και έγιναν και πάντοτε θα γίνονται και ποτέ δεν θα πάψουν να γίνονται. Άκουσε και τον θείο Παύλο που παρακινεί σ᾿ αυτό: «Όπως φορέσαμε την εικόνα του γήινου, ας φορέσουμε και την εικόνα του επουράνιου.» (Α´ Κορινθίους 15:49).
Ο Θεός λοιπόν του παντός με την σωματική του παρουσία στην γη ήλθε για να αναπλάσει και να ανακαινίσει τον άνθρωπο και να ευλογήσει όλη την κτίση που επέσυρε επάνω της την κατάρα εξαιτίας του ανθρώπου. Καί πρώτα ζωοποίησε την ψυχή που έλαβε και αφθαρτώντας την την θέωσε, ενώ το άχραντο σώμα του, αν και το θέωσε, όμως το κρατούσε ακόμη φθαρτό και υλικό. Γιατί το σώμα που τρώει και πίνει, κοπιάζει και ιδρώνει, δένεται και σέρνεται, υψώνεται στον σταυρό και καρφώνεται, είναι βέβαια φθαρτό και υλικό, αφού μάλιστα πέθανε και τοποθετήθηκε νεκρό στο μνημείο. Μετά δε την ανάστασή του συνανέστησε και το σώμα του άφθαρτο, πνευματικό, όλο θείο και άυλο, γι᾿ αυτό και δεν συνέτριψε τις σφραγίδες του μνήματος, εισερχόταν δε και εξερχόταν ελεύθερα μέσα από τις κλειστές πόρτες.
Το μυστήριο λοιπόν αυτό που συντελέστηκε για όλο τον κόσμο με την ένσαρκη οικονομία του Χριστού, τούτο το ίδιο γινόταν και σε κάθε άγιο και γίνεται αδιαλείπτως μέχρι σήμερα σε κάθε πιστό. Γιατί λαμβάνοντας το πνεύμα του Δεσπότη και Θεού μας συμμετέχουμε στην θεότητά του, τρώγοντας δε την πανάμωμο σάρκα του γινόμαστε αληθινά και εξ ολοκλήρου σύσσωμοι του Χριστού και συγγενείς του, καθώς και αυτός ο θείος Παύλος βεβαιώνει: «Είμαστε οστούν από τα οστά του και σάρκα από την σάρκα του» (Εφεσίους 5:30) και αλλού: «από τον πλούτο της θεότητός του όλοι εμείς λάβαμε αλλεπάλληλες δωρεές» (κατά Ιωάννην 1:16 και Κολασσαείς 2:9). Έτσι γινόμαστε κατά χάριν όμοιοι με τον φιλάνθρωπο Θεό και Δεσπότη μας ανακαινισμένοι στην ψυχή, άφθαρτοι και αναστημένοι από νεκροί που ήμαστε. Τότε βλέπουμε αυτόν που καταδέχτηκε να γίνει όμοιός μας και βλεπόμαστε απ᾿ αυτόν, που μας αξίωσε να γίνουμε όμοιοί του, όπως κάποιος βλέπει από μακριά το πρόσωπο του φίλου του και διαλέγεται μ᾿ αυτόν και συνομιλεί και ακούει την φωνή του.
Κεφάλαιο ι´. Ότι και πάντες οι Άγιοι τον Λόγον του Θεού εν εαυτοίς συλλαμβάνουσι τη Θεοτόκω παραπλησίως και γεννώσιν αυτόν και γεννάται εν αυτοίς και γεννώνται υπ᾿ αυτού και πως υιοί και αδελφοί και μητέρες αυτού χρηματίζουσιν.
Ο Υιός του Θεού και Θεός, αφού εισήλθε στα σπλάγχνα της Παναγίας Παρθένου και έλαβε σάρκα απ᾿ αυτήν, γεννήθηκε, όπως είπαμε, τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός ασυγχύτως. Τι σημαντικότερο έγινε ποτέ για μας; Όλοι μας πιστεύουμε σ᾿ αυτόν τον Υιό του Θεού και Υιό της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας και γι᾿ αυτό δεχόμαστε τον περί αυτού λόγο με εμπιστοσύνη. Αν τον ομολογούμε λοιπόν και μετανοούμε από τα βάθη της ψυχής μας για τις προηγούμενες αμαρτίες μας, τότε ο λόγος της ευσεβείας, τον οποίο δεχόμαστε, γεννιέται μέσα μας σαν σπόρος, όπως ακριβώς ο Λόγος του Πατρός εισήλθε στην γαστέρα της Παρθένου. Θαύμασε το μέγα τούτο και εκπληκτικό μυστήριο και δέξου το με κάθε πληροφορία και πίστη.
Συλλαμβάνουμε λοιπόν αυτόν τον Λόγο όχι σωματικά, όπως τον συνέλαβε η Παρθένος και Θεοτόκος, αλλά πνευματικά μεν πραγματικά όμως. Καί έχουμε μέσα στις καρδιές μας αυτόν που τον ίδιο που συνέλαβε και η Αγνή Παρθένος, όπως λέει ο θείος Παύλος: «Ο Θεός που είπε να λάμψει φως μέσα στις καρδιές μας προς φωτισμόν της γνώσεως του Υιού του» (Β´ Κορινθίους 4:6), σαν να λέει: Αυτός όλος γεννήθηκε αληθινά μέσα μας. Καί ότι είναι έτσι το φανερώνει με όσα παραθέτει στην συνέχεια: «Έχουμε δε τον θησαυρόν αυτόν μέσα σε πήλινα σκεύη» (Β´ Κορινθίους 4:6), ονομάζοντας θησαυρό το Άγιο Πνεύμα. Καί σε άλλο σημείο ονομάζει το Πνεύμα Κύριο: «Γιατί το Πνεύμα» λέει «είναι ο Κύριος» (Β´ Κορινθίους 4:6), ώστε όπου ακούς Υιόν Θεού να εννοείς μαζί και το Πνεύμα και αν πάλι ακούσεις για το Άγιο Πνεύμα να εννοείς μαζί με αυτό και τον Πατέρα, επειδή και γι᾿ αυτόν λέει: «Πνεύμα ο Θεός» (κατά Ιωάννη 4:24), διδάσκοντάς σε παντού το αχώριστο και ομοούσιο της Αγίας Τριάδος, ότι δηλαδή όπου είναι ο Υιός εκεί είναι και ο Πατήρ, και όπου ο Πατήρ εκεί και το Πνεύμα, και όπου το Άγιο Πνεύμα εκεί όλη η τρισυπόστατη Θεότητα, ο ένας Θεός και Πατήρ μαζί με τον Υιό και το Πνεύμα τους ομοουσίους, «αυτός που είναι ευλογητός στους αιώνες, αμήν» (Ρωμαίους 1:25).
Επειδή ο Λόγος του Θεού μία φορά σαρκώθηκε από την Παρθένο και γεννήθηκε από αυτήν σωματικά, ανέκφραστα και υπέρ λόγον και δεν είναι δυνατόν να σαρκωθεί πάλι η να γεννηθεί σωματικά από τον καθένα από μας, τι προνοεί; Μας μεταδίδει για τροφή εκείνη την άχραντη σάρκα που προσέλαβε από την πανάχραντη Θεοτόκο, κατά την σωματική του γέννηση. Αν την μεταλαμβάνουμε άξια, έχουμε μέσα μας όλον τον σαρκωθέντα Θεό και Κύριό μας Ιησού Χριστό, αυτόν τον Υιό του Θεού και Υιό της Παρθένου τον καθήμενο στα δεξιά του Θεού, ο οποίος λέει: «εκείνος που τρώγει την σάρκα μου και πίνει το αίμα μου μένει μέσα μου και εγώ μέσα του» (κατά Ιωάννη 6:56), χωρίς όμως να προέρχεται η να γεννιέται σωματικά από εμάς, αλλά ούτε και να μας αποχωρίζεται ποτέ. Διότι εμείς δεν τον αισθανόμαστε σαν σάρκα, αν και βρίσκεται μέσα μας όπως ακριβώς ένα βρέφος, αλλά υπάρχει ασωμάτως σε σώμα, αναμιγνυόμενος ανέκφραστα με την φύση μας και την ουσία μας και θεοποιώντας μας, επειδή γίναμε σύσσωμοι και μ᾿ αυτόν δηλαδή σάρκα από την σάρκα του και οστούν από τα οστά του. Αυτό είναι το μεγαλύτερο και φρικτότερο μυστήριο της ανέκφραστης οικονομίας και συγκαταβάσεώς του, που δίσταζα να το γράψω και έτρεμα να το επιχειρήσω.
Λοιπόν δεν σας φανέρωσα αυτά τα μυστήρια για να αποδείξω ότι ο άνθρωπος μπορεί να γεννήσει τον Χριστό κατά τον ίδιο τρόπο που τον γέννησε η Παναγία, αλλά για να φανερωθεί η υπεράπειρη και γνήσια αγάπη του σ᾿ εμάς και ότι αν το θέλουμε όλοι μπορούμε να γίνουμε μητέρα και αδελφοί του κατά τον προαναφερόμενο τρόπο, καθώς και ο ίδιος το διακηρύττει: «Μητέρα μου και αδελφοί μου είναι αυτοί που ακούνε τον λόγο του Θεού και τον εκτελούν» (κατά Λουκάν 8:21). Έτσι θα γίνουμε ίσοι με τους μαθητές και αποστόλους του, όχι κατά την αξία, ούτε κατά τις περιοδίες και τους κόπους που υπέφεραν, αλλά κατά την χάρη του Θεού και την δωρεά την οποία εξέχεε σ᾿ όλους που τον πίστευαν και τον ακολουθούσαν, χωρίς να στραφούν ποτέ πίσω.
Η χάρη του Πνεύματος στον Χριστό, δηλαδή το πυρ της θεότητος, προέρχεται από την θεία του φύση και ουσία. Όμως το σώμα του δεν έχει την ίδια προέλευση, αλλά προέρχεται από την πάναγνη και άγια σάρκα της Θεοτόκου, την οποία προσέλαβε κατά το ιερό λόγιο: «ο Λόγος έγινε σάρκα» (κατά Ιωάννην 1:14). Έκτοτε ο Υιός του Θεού και της αχράντου Παρθένου μεταδίδει στους αγίους, από μεν την φύση και την ουσία του συναίδιου Πατρός του την χάρη του Πνεύματος, δηλαδή την θεότητα, καθώς και μέσω του προφήτη λέγει: «Θα συμβεί τούτο κατά τις έσχατες ημέρες, θα εκχύσω από το Πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο» (Ιωήλ 3:1), εννοώντας κάθε πιστό, από δε την φύση και ουσία εκείνης που κυρίως και αληθώς τον γέννησε την σάρκα, την οποία έλαβε από αυτή.
Καί πρόσεχε την ακρίβεια του λόγου: ανδρός θνητού και φθαρτού η σπορά φθαρτούς υιούς και θνητούς διά γυναικός γέννησε και γεννά, αθανάτου και αφθάρτου Θεού ο αθάνατος και άφθαρτος Λόγος αθάνατα και άφθαρτα τέκνα γέννησε και διαρκώς γεννά, αφού πρώτα αυτός γενννήθηκε από την Παρθένο εν αγίω Πνεύματι βεβαίως.
Πράγματι όλοι οι άγιοι είναι συγγενείς προς την Παναγία Μητέρα του Θεού κατά τρεις τρόπους: Πρώτον επειδή προέρχονται από τον ίδιο πηλό μ᾿ αυτήν και την ίδια πνοή, δηλαδή την ψυχή. Δεύτερον επειδή έχουν κοινωνία και μετουσία με αυτήν διά της προσλήψεως της σαρκός της από τον Χριστό. Καί τρίτον επειδή, λόγω της εν Πνεύματι αγιωσύνης που ενυπάρχει σε αυτούς, καθένας συλλαμβάνει εντός του και κατέχει τον Θεό των όλων, όπως ακριβώς και εκείνη τον είχε εντός της. Διότι αν και τον γέννησε σωματικώς, όμως πάντοτε τον είχε όλον και πνευματικώς μέσα της και εξακολουθεί να τον έχει και τώρα και πάντοτε αχώριστον από αυτήν.
Σ᾿ αυτόν πρέπει η δόξα και το κράτος στους αιώνες. Αμήν.
Πηγή: /agiameteora.net