1. Mε ωθεί να μιλήσω ο ενυπόστατος Λόγος του Θεού. Αυτός που δεν απομακρύνθηκε από τους πατρικούς κόλπους και κυοφορήθηκε απερίγραπτα στα σπλάχνα της Παρθένου. Αυτός που έγινε για μένα ο,τι εγώ είμαι, Αυτός που είναι απαθής ως προς την θεότητά Του και περιβλήθηκε ωστόσο ομοιοπαθές με εμένα σώμα. Αυτός που στον ουρανό εποχείται πάνω στα χερουβικά άρματα και πάνω στη γη καβαλικεύει σε γαϊδουράκι (πρβλ. Ματθ. 11, 7-9). Ο βασιλιάς της δόξας, Αυτός που μαζί με τον Πατέρα και το Πνεύμα ευφημείται από τα Σεραφείμ ως άγιος και δέχεται τα ψελλίσματα των παιδιών από την άκακη γλώσσα τους. Αυτός που είναι Θεός και έχει τη μορφή δούλου και που έλαβε τη μορφή του δούλου. Αυτός που είναι άυλος και αόρατος Θεός και δέχτηκε να λάβει ορατό και ψηλαφητό σώμα. Αυτός που βάδισε ακούσια στο πάθος, για να μου χαρίσει την απάθεια. Αυτός ο Οποίος βλέποντας τον άνθρωπο, που έπλασε σύμφωνα με την εικόνα Του και την ομοίωσή Του, το πλάσμα των χεριών Του, να έχει δελεαστεί από την απάτη του φιδιού, εκείνον να έχει πέσει στην παράβαση της εντολής Του και να έχει γίνει υποχείριος της φθοράς και υπόλογος θανάτου, δεν άντεξε. Ο γεμάτος συμπάθεια δεν μπόρεσε να υπομείνει τη στέρηση εκείνου που ποθούσε, αλλά τον κάλεσε με πολλούς τρόπους σε επιστροφή και μετάνοια, αφού τον παίδεψε σαν αχάριστο δούλο, σαν άμυαλο και νήπιο γιό "πολυμερώς και πολυτρόπως" και αφού μηχανεύτηκε κάθε μέσο, για ν᾽ αποτινάξει τη δουλεία που τον τυραννούσε και έτσι να επανέλθει στον Πλάστη του. Όμως ήταν αδύνατη η επιστροφή του, αφού μια για πάντα είχε καταδουλωθεί στην αμαρτία και είχε συζευχθεί θεληματικά με την επιθυμία των γήινων. Γι᾽ αυτό ο υπεράγαθος Κύριος αναλαμβάνει τη φύση μας, επειδή είδε ότι αυτή είχε εξασθενήσει.
Βλέποντας δηλαδή τον άνθρωπο να μη υπακούει στο λόγο και τις εντολές και τα προστάγματα της σωτηρίας, τι λέει; «Πρέπει να παιδαγωγήσω με έργα αυτόν που έχει άγνοια. Πρέπει να τον κατευθύνω στις αρετές, για να τις συνηθίσει και να τις επιτελέσει ο ίδιος. Πρέπει να με δούν με τα μάτια τους ανάμεσά τους, και έτσι να θεραπεύσω τον άρρωστο. Πρέπει να κάνω να ξαναγυρίσει το πλανημένο πρόβατο και να το οδηγήσω στην αρχική του διαμονή, στον παράδεισο. Πως όμως θα το επιστρέψω χωρίς να με βλέπει; Πως θα οδηγήσω αυτόν που δεν βλέπει τα ίχνη μου;»
Γι᾽ αυτό έγινε άνθρωπος, ώστε, με όσα έπραξε και έπαθε, να διδάξει έμπρακτα αυτόν που αγνοούσε, πως να πράξει την αρετή. Έτσι βλέποντάς Τον να κατεβαίνει κατ᾽ οικονομίαν για χάρη μας στη γη από τους πατρικούς κόλπους, ν᾽ ανεβούμε και εμείς με τη θέλησή μας προς Αυτόν από τη μητέρα μας γη. Σαρκώθηκε επίσης για να δείξει τον ανυπέρβλητο πλούτο της αγάπης Του προς εμάς. Γιατί μεγαλύτερη αγάπη δεν μπορεί να δείξει κανένας, παρά μόνο αν θυσιάσει την ψυχή του για χάρη των φίλων του (Ιω. 15, 13). Καί πως όποιος δεν έχει ένσαρκη ζωή θα δείξει την αγάπη του;
2. - Γι᾽ αυτό αναλαμβάνει τη σάρκα, για να Τον δούμε στη γη και να ζήσει ανάμεσα στους ανθρώπους (Βαρούχ 3, 38). Γι᾽ αυτό αναλαμβάνει ψυχή, για να θυσιάσει την ψυχή Του για χάρη των φίλων Του. Καί φίλους δεν εννοώ αυτούς που Τον αγαπούν, αλλά αυτούς που ποθεί Εκείνος. Γιατί εμείς Τον μισήσαμε και Τού στρέψαμε την πλάτη και γίναμε δούλοι σε άλλον, ενώ Αυτός δεν μετέβαλε την αγάπη Του σ᾽ εμάς. Γιά τούτο έτρεξε πίσω μας. Ήρθε σ᾽ εμάς που Τον μισήσαμε, προσπάθησε να προλάβει εμάς που φεύγαμε κι όταν μας έφτασε, δε μας έλεγξε με σκληρότητα, δε μας γύρισε κοντά Του με το μαστίγιο, αλλά σαν άριστος γιατρός που τον υβρίζει κάποιος μανιακός, που τον φτύνει και του δίνει ραπίσματα, Αυτός πρόσφερε τη θεραπευτική Του υπηρεσία. Σε ένδειξη του μεγέθους της θεραπείας πρόσφερε στην ανθρώπινη φύση την ίδια Του την θεότητα ως φάρμακο. Φάρμακο πολύ δραστικό, φάρμακο παντοδύναμο. Αυτή απέδειξε το ασθενικό μας σαρκίο πιο ισχυρό από τις αόρατες δυνάμεις. Όπως δηλαδή ο σίδηρος όταν ενωθεί με τη φωτιά είναι αδύνατο ν᾽ αγγιχτεί, έτσι και το χόρτο της δικής μας φύσης, αφού ενώθηκε με τη φωτιά της θεότητας, έγινε απλησίαστο από το διάβολο. Κι επειδή ένα πάθος θεραπεύεται με τα αντίθετά του - όπως λένε κι οι μαθητές των γιατρών - καταβάλλει κι Αυτός τα πάθη μας με τα αντίθετά τους, δηλαδή την ηδονή με τους μόχθους, την υπερηφάνεια με την ταπείνωση. Δεν ταπείνωσε δηλαδή μόνο τον Εαυτό Του με το να γίνει άνθρωπος, ενώ ήταν πλούσιος στη θεότητα, αλλά ταπεινώθηκε και ανάμεσα στους ανθρώπους (πρβλ. Φιλιπ. 2, 6-8).
Πράγματι ποιός από τους ανθρώπους υπήρξε τόσο ταπεινός; «Δεν έχει που να κλίνει την κεφαλή του» (Ματθ. 8, 20). Δεν είχε υποζύγιο, δεν είχε διπλό χιτώνα, δεν είχε άλλο ρούχο. «Δεχόμενος προσβολές, δεν τις ανταπέδιδε. Δεν απειλούσε όταν του έκαναν κάποιο κακό»(Α' Πετρ. 2, 23). Οδηγούνταν σαν άκακο αρνί στη θυσία, χωρίς να διαμαρτύρεται, χωρίς να φωνάζει (Ησ. 53, 7). Τον ράπιζαν κι έδινε πρόθυμα τη σιαγόνα Του σ᾽ εκείνον που Τον χτυπούσε. Δεν έστρεψε το πρόσωπό Του για ν᾽ αποφύγει τα αισχρά φτυσίματα. Ενώ Τον αποκαλούσαν Σαμαρείτη και δαιμονισμένο (Ιω. 8, 48) και ενώ Τον καταδίωκαν, δείχνει υπομονή σ᾽ αυτά, για ν᾽ ακολουθήσομε κι εμείς τα ίχνη Του. Τα έκανε όλα αυτά με την ευδοκία του Θεού-Πατέρα. Όντας δηλαδή δικός Του Υιός Μονογενής και Ομοούσιος, μας γνώρισε την Πατρική αγάπη του Θεού-Πατέρα. Γιατί τόσο πολύ μας αγάπησε ο Θεός και Πατέρας, ώστε έδωσε ως λύτρο για χάρη μας τον Μονογενή Υιό Του. Ω αγάπη ανυπέρβλητη! Έδωσε τον Μονογενή Υιό Του, που ήταν συμβασιλέας Του, για χάρη δούλων που παράκουσαν, για χάρη εχθρών που Τον βλασφημούσαν και λάτρευαν για θεό τους τον εχθρό. Ω βάθος πλούτου της αγαθότητας του Θεού (Ρωμ. 11, 33). Δεν αντιστάθηκε όμως ο Μονογενής Υιός, δεν αθέτησε το θέλημα του Πατέρα. Γιατί ήταν Αυτός η βουλή και η θέληση του Πατέρα. Γι᾽ αυτό λοιπόν, επειδή ήταν μέτοχος και κοινωνός της φύσης Του (γιατί είναι μία η φύση του Πατέρα και του Υιού), εκτελεί δικό Του θέλημα, γίνεται άνθρωπος και υπήκοος του Πατέρα μέχρι θανάτου, και μάλιστα θανάτου σταυρικού (Φιλ. 2, 8), θεραπεύοντας έτσι τη δική μου παρακοή.
3. Επείγεται λοιπόν προς το πάθος και βιάζεται να πιεί το ποτήρι του θανάτου, το σωτήριο για όλο τον κόσμο. Έρχεται πεινασμένος για τη σωτηρία της ανθρωπότητας, και δε βρίσκει σ᾽ αυτήν καρπό. Γιατί αυτήν υπαινίσσεται μεταφορικά η συκιά. Ποιός δηλαδή τρώει το πρωί; Ο βασιλιάς, ο Κύριος, ο Δάσκαλος. Νιώθοντας πείνα πρωί-πρωί, δεν εμποδίζει την επιθυμία του φαγητού. Δεν συγκρατεί τη φύση Του, αλλά, σαν κάποιος ακρατής κι ακόλαστος, ορμά ανόητα στο φαγητό, σε ακατάλληλη ώρα. Πως τότε παιδαγωγεί τους μαθητές Του να μην τους νικά το πάθος της επιθυμίας; Δεν είναι έτσι το πράγμα. Αλλά όπως μιλούσε διδάσκοντας με παραβολικούς λόγους, έτσι εκτελεί και τις παραβολές με έργο. Πλησίασε στη συκιά πεινώντας (Ματθ. 11, 19). Η συκιά υποδήλωνε τη φύση της ανθρωπότητας. Ο καρπός της συκιάς είναι γλυκύς, τα φύλλα της τραχιά κι άχρηστα κι έτοιμα για τη φωτιά. Αλλά και η φύση της ανθρωπότητας είχε γλυκύτατο τον καρπό της αρετής, έχοντας από το Θεό την εντολή να την καρποφορεί, εξαιτίας όμως της ακαρπίας της στην αρετή έβγαλε τα τραχιά φύλλα.
Πράγματι τι υπάρχει τραχύτερο από τις βιοτικές μέριμνες (Γεν. 2, 25); Ήταν κάποτε γυμνοί ο Αδάμ και η Εύα και δεν ένιωθαν ντροπή. Γυμνοί στην απλότητα και την απέριττη ζωή τους. Ούτε τέχνη είχαν ούτε βιοτικές μέριμνες. Δεν επινοούσαν τρόπους πως να σκεπάσουν τη γύμνια του σώματός τους. Δεν ντρέπονταν για την ακτημοσύνη τους ούτε για τη λιτότητα της ζωής τους, αλλά, αν και ήταν γυμνοί στο σώμα, τους σκέπαζε η Θεία Χάρη. Δεν είχαν σωματικό φόρεμα, αλλά φορούσαν ένδυμα αφθαρσίας. Όταν όμως παράκουσαν, βρέθηκαν μακριά από τη Χάρη που τους σκέπαζε. Απογυμνώθηκαν από την έκστασή τους προς τον Θεό και τη θεωρία Του. Είδαν τη γύμνωση του σώματός τους (Γεν. 3, 7). Πόθησαν τα ευχάριστα της ζωής. Βρέθηκαν μέσα στη φτωχική και στερημένη ζωή. Έραψαν φόρεμα από φύλλα συκιάς κι έκαναν περιζώματα, έκαναν πολλούς λογισμούς και βρήκαν την τραχιά και γεμάτη μέριμνες και πόνους ζωή. «Με τον ιδρώτα του προσώπου σου θα φας το ψωμί σου. Καταραμένη θα είναι για τα έργα σου η γη, θα βγάλει για σένα αγκάθια και τριβόλια και θα καταλήξεις στη γη» (Γεν. 3, 17, 19).
Απόχτησες γήινα φρονήματα, γι᾽ αυτό η στροφή σου θα γίνει προς τη γη. Έγινες ένα με τα άλογα ζώα, αφού δεν κατάλαβες ότι είχες τιμητική θέση (Ψαλμ. 48, 13). Ήσουν στους κόλπους του Θεού και δεν κατάλαβες την καρποφόρο αρετή. Προτίμησες την απόλαυση των γήινων κι αγάπησες τη ζωή των αλόγων ζώων. Είσαι γη και θα καταλήξεις στη γη. Θα κληρονομήσεις το θάνατο, όπως τα άλογα ζώα. Αυτός είναι ο λόγος που φοράει και τους δερμάτινους χιτώνες (Γεν. 3, 21). Όντας με το σώμα του ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο - ενώ πρώτα ζούσε στον παράδεισο της τρυφής και κατοικούσε σε βασιλικά διαμερίσματα - απέκτησε έπειτα θνητό και παχύ σώμα, ικανό να αντέχει στους κόπους. Είναι αληθινά τραχιά τα φύλλα της συκιάς της φύσης μας, της απειθάρχητης κακίας της φύσης μας. Σ᾽ αυτή τη συκιά, τη φύση δηλαδή της ανθρωπότητας, πήγε ο Σωτήρας πεινώντας και ζητώντας από αυτήν το γλυκύτατο καρπό, δηλαδή την γλυκύτατη για το Θεό αρετή, με την οποία πραγματοποιεί τη σωτηρία μας. Καί δε βρήκε καρπό, παρά φύλλα μονάχα, την τραχιά και πικρή αμαρτία και ο,τι κακό φυτρώνει από αυτήν. Γι᾽ αυτό και της λέει επιτιμητικά: «Ποτέ πιά δεν θα δώσεις καρπούς» (Ματθ. 11, 19). Γιατί η σωτηρία δεν προέρχεται από τους ανθρώπους. Η αρετή δεν προέρχεται από ανθρώπινη δύναμη. Εγώ θα φέρω τη σωτηρία σας και με το πάθος μου θα σας χαρίσω την ανάσταση. Θα σας χαρίσω επιπλέον και την απαλλαγή σας από την πολύ σκληρή αυτή ζωή που τώρα ζείτε. Αυτά είπε και βέβαια όπως τα είπε και τα πραγματοποίησε.
Απόσπασμα από την Ομιλία στην
ΞΗΡΑΝΘΕΙΣΑ ΣΥΚΙΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΜΠΕΛΩΝΑ